εξακριβωτής

εξακριβωτής
ο
αυτός που εξακριβώνει, που κάνει την εξακρίβωση.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • εξακριβωτής — ο αυτός που εξακριβώνει, βοηθά στην διαπίστωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξακριβώνω. Η λ. μαρτυρείται από το 1819 στον Χαρίσιο Μεγδάνη] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”